Λύκειο Δοξάτου Δράμας
Δοξάτο Δράμας, Γενικό Λύκειο
Α1-Τμήμα Δημιουργικής Γραφής
Το κείμενο είναι προϊόν δημιουργικής συν – γραφής. Γεννήθηκε μετά την ανάγνωση – ευαισθητοποίηση πάνω στο σώμα των Μονολόγων από το Αιγαίο. Αναπλαισιώνει δεδομένα από τις ιστορίες και τις εικαστικές δημιουργίες των παιδιών στους Μονολόγους και σημαντικά κομμάτια από το σύγχρονο συγκείμενο.
Εμψυχώτρια: Πετρά Βασιλική (φιλόλογος)
“Είναι ένα λιανό παλικαράκι, δεκαέξι χρονών.
Τον φωνάζουν Χαζέμ. Χαζέμ θα πει αποφασισμένος.
Τα τσιγγάνικα κατάσγουρα μαλλιά είναι το καμάρι του. Ο καημός του το λιγοστό χνούδι στις άκρες του προσώπου του. Δυνατό κορμί, πειραγμένη υγεία από τις περιπέτειες. Είπαν πως κάνει αιμοπτύσεις. Ακούει τον παραμικρό θόρυβο και τσιτώνεται σαν λαγωνικό και σαν το τρομαγμένο πουλί κάποιες φορές. Σερπετό. Έμαθε να αντέχει. Σκούρα επιδερμίδα σαν τη σοκολάτα και ακόμα παραπάνω. Ανταρεμένη φύση. Πότε έτσι πότε αλλιώς. Κάνει κανένα τσιγαράκι με τα φιλαράκια, τον Ιμραχίμ, την Ταχάρ και τον Αμίρ, και ημερεύει. Έμαθε να αντέχει. Έχει και blog δικό του. «Σύριος», το λέει. Έχει σταθερούς φίλους εκεί. Εδώ δυσκολεύεται. Θαρρείς πρέπει να ξεκινήσει απ’ την αρχή. Να συστηθεί στη ζωή στους ανθρώπους, στους «θεσμούς». Παιδί για σχολείο. Να ρουφήξει τα γράμματα σαν τον ποντικό το λάδι. Κρατά στα χέρια του ένα σαν βιβλίο. «Μονόλογοι από το Αιγαίο» γράφει απέξω. Του το έδωσαν εκεί στις «Δομές». Νιώθει λες και οι ιστορίες που διαβάζει είναι δικές του. Καθεμιά φυλάγει κάτι δικό του. Τελευταία ζει στα Λαγκαδίκια. Μοιράζεται το δωμάτιό του με άλλους δυο, που δεν τους πάει. Όλο μαλώνουν. Ζει μέσα σε ξένους. Μέχρι πριν έξι μήνες κανέναν δεν ήξερε. Αυτοί και όλοι οι άλλοι, η Μαργαρίτα, η κυρία από την Αρμοστεία, ο διευθυντής – ποτέ δεν θυμάται το όνομά του – σπάνια τον βλέπει κιόλας χαμένος καθώς είναι σε στοίβες καρφιτσωμένα χαρτιά. Ο νοσοκόμος – εκείνος με το σήμα του Ερυθρού Σταυρού… Τι σημασία έχει. Η Ασράχ, η παρδαλή σκυλίτσα, που όλο μπερδεύεται στα πόδια του όλο του γυρεύει παιχνίδια. Πού μεράκια για τέτοια. Αγαπά να κολυμπά. Η θάλασσα! Όταν κολυμπά μονάχα το αίμα του να κυλά γοργά νιώθει στις φλέβες. Θέλει να μιλήσει στη γλώσσα του, να διαβάσει σ’ εκείνη, να παίξει … Εδώ τα φαγητά είναι παράξενα, άνοστα. Όλοι όταν περνά από μπροστά τους σιγοψιθυρίζουν. Κλειστός, πολύ κλειστός. Μόνο στο θεατρικό εργαστήρι γίνεται αλλιώτικος. Λες και είναι αλλού. Τότε νιώθει να έχει φωνή, χέρια, μάτια, αίμα, φλέβες, δύναμη. Κοιμάται, ξυπνά με ένα ξύλινο γλυπτό στο χέρι. Είναι το φετίχ του. Φτιάχνει έναν ελλειπτικό κύκλο που στο κέντρο του καταλήγει σε ένα παράξενο μάτι. Άμα το κοιτάξεις ζαλίζεσαι. Πίσω του έχει χαραγμένη μια λέξη: Σαχρέτ! Το βάζει στο στήθος του, κλείνει τα μάτια και μιλά μια γλώσσα ακατάληπτη. Ξημερώνεται έτσι. Την άλλη μέρα δεν θέλει να πάει σχολείο. Εκείνος θέλει να ακούει άλλη γλώσσα, άλλες φωνές. Ονειρεύεται να πετάξει, μα δεν το πολυπιστεύει ότι θα τα καταφέρει.
Είμαι ψυχολόγος. Εργάζομαι στις «Δομές ένταξης» στα Λαγκαδίκια.
Είναι ένας ασυνόδευτος ανήλικος.
Τον είδα πρώτη φορά σε μια πλατεία να χορεύει. Τον είδα να μιλά με τις κινήσεις του με τόσο σεβασμό στα δέντρα του και στους προγόνους του, ακριβώς με όση αγάπη μιλούσε με το ίδιο σώμα στη γη μας, στα δέντρα μας και στα παιδιά του.
Και ντράπηκα που χρειάστηκε να δώσει ολόκληρη παράσταση χορού για να καταλάβω τι σκέφτεται.
Θα μπορούσα απλώς να τον είχα κοιτάξει στα μάτια.”
Μάρτιος 2017